Sunday 11 November 2018

Ein deutscher Begriff / Γερμανικός όρος

Friedrich Schlegel benutzte 1798 in seinen Fragmenten in der von ihm und seinem Bruder August Wilhelm Schlegel gegründeten Zeitschrift Athenaeum den Terminus "Autobiographie", aber auch den Begriff "Autobiograph". Mitte des 18. Jhs (1756) ist das Wort
in einem Leipziger medizinisch-universalistichen Journal aufgetaucht. Bis 2011, als  die dritte Ausgabe des Oxford English Dictionary erschien und das Stichwort "Autobiographie" revidiert wurde, wies man bei vielen Abhandlungen zu diesem Thema auf die falsche Information hin, daß erst Robert Southey 1809 den Begriff "autobiography" in einer Rezension bei der Quarterly Review einführte, obwohl man schon in den 1960er Jahren auf ältere Funde (1797) im englischsprachigen Raum aufmerksam machte.  

Meine Arbeitshypothese->Höchstwahrscheinlich ist der Begriff "Autobiographie" deutschen Ursprungs, er war in der zweiten Hälfte des 18. Jhs im deutschsprachigen Raum noch jung, aber doch im Umlauf, und wurde vom Germanisten, Übersetzer und mit der zeitgenössischen deutschen Kultur gut vertrauten William Taylor ins Englische übertragen (1797). Schlegel benutzte 1798 den Begriff "Autobiographie" mit großer Selbstverständlichkeit in seiner amüsanten, aber ganz und gar nicht schmeichelhaften Darstellung des Genres.

Taylor schrieb 1797 in einer Buchrezension: "We are doubtful whether the latter word [self-biography] be legitimate: it is not very usual in English to employ hybrid words partly Saxon and partly Greek: yet autobiography would have seemed pedantic". 1795 erschien ein Beitrag über Selbstbiographien in der Deutschen Monatsschrift, in dem offensichtlich das Original des Taylorschen Kommentars steckt: "[...] Selbstbiographien, oder will man lieber das Zwitterwort vermeiden, Autobiographien* [...]". Und in der Fußnote: "*Wie sollte man's aber bey Selbstrecension vermeiden, da Autorecension eben so sehr vox hybrida** wäre?"


Athenaeum. Ersten Bandes zweytes Stück. München: Meyer & Jessen, 1924 [Nachdruck der Ausgabe Berlin 1798]



Ο Friedrich Schlegel χρησιμοποίησε το 1798 τους όρους "αυτοβιογραφία" και "αυτοβιογράφος" στα Αποσπάσματά του που συμπεριλήφθηκαν στο περιοδικό έντυπο Athenaeum (το έβγαζε μαζί με τον αδελφό του August Wilhelm Schlegel). Στα μέσα του 18ου αι. (1756) εμφανίσθηκε η λέξη (στα ελληνικά ακριβώς όπως στην εικόνα) 
σε περιοδικό έντυπο ιατρικών και γενικών γνώσεων της Λειψίας. Οι περισσότερες μελέτες περί αυτοβιογραφίας παρέπεμπαν έως το 2011 όταν έγινε η τρίτη έκδοση του Oxford English Dictionary και η αναθεώρηση του σχετικού λήμματος, στον Robert Southey, υιοθετώντας την εσφαλμένη άποψη ότι αυτός εισήγαγε τον όρο "autobiography"το 1809 σε βιβλιοκρισία του στο Quarterly Review. Όμως ήδη από τη δεκαετία του 1960 είχαν κοινοποιηθεί από ερευνητές παλαιότερες χρήσεις του όρου (1797) στον αγγλόφωνο χώρο.

Η υπόθεση εργασίας μου->Κατά πάσα πιθανότητα ο όρος "αυτοβιογραφία" είναι γερμανικής προέλευσης, στο δεύτερο μισό του 18ου αι. ήταν ακόμη νέος, όμως κυκλοφορούσε, και μεταφέρθηκε στην αγγλική γλώσσα από τον μεταφραστή, γνώστη της γερμανικής γλώσσας και κουλτούρας William Taylor (1797). Ο Schlegel χρησιμοποιούσε το 1798 τον όρο "αυτοβιογραφία" με αυτονόητη φυσικότητα στη διασκεδαστική, αλλά καθόλου κολακευτική του περιγραφή του γραμματειακού είδους.

Ο Taylor έγραφε το 1797 στη βιβλιοκριτική του: "We are doubtful whether the latter word [self-biography] be legitimate: it is not very usual in English to employ hybrid words partly Saxon and partly Greek: yet autobiography would have seemed pedantic". Το 1795 δημοσιεύθηκε ένα άρθρο περί ιδιοβιογραφίας (Selbstbiographie, δόκιμος όρος τότε) στο βερολινέζικο περιοδικό Deutsche Monatsschrift, στο οποίο προφανώς βρίσκεται το πρωτότυπο του σχολιασμού του Taylor: "[...] ιδιοβιογραφίες, ή αν θέλει κανείς να αποφύγει την ερμαφρόδιτη λέξη, αυτοβιογραφίες*". Και στην υποσημείωση: "*Πώς να αποφύγει όμως κανείς την [λέξη] ιδιο[βιβλιο]κριτική [Selbstrecension], όταν η αυτο[βιβλιο]κριτική [Autorecension] θα ήταν κατεξοχήν υβριδική λέξη**;" 

Μεταφράζω το χωρίο από τα Αποσπάσματα του Schlegel:
"Αυτοβιογραφίες γράφονται είτε από νευροπαθείς που είναι πάντα δέσμιοι του Εγώ τους όπως στην περίπτωση του Rousseau, είτε από συγγραφείς που διακατέχονται από ένα είδος άξεστης καλλιτεχνικής και τυχοδιωκτικής φιλαυτίας όπως στην περίπτωση του Benvenuto Cellini, είτε από ιστορικούς που έχουν την Ιστορία μέσα στο αίμα τους και βλέπουν τον εαυτό τους ως υλικό ιστορικής τέχνης, είτε από γυναίκες που φλερτάρουν με την υστεροφημία, είτε από σχολαστικά πνεύματα που δεν θέλουν να αφήσουν ατακτοποίητο το παραμικρό πριν τον θάνατό τους και ούτε να φύγουν από αυτόν τον κόσμο χωρίς σχολιασμό. Ή μπορεί να θεωρηθούν και κάτι σαν αγορητές ενώπιον κοινού. Μία μεγάλη ομάδα ανάμεσα στους αυτοβιογράφους είναι οι αυτοψεύστες [ο νεολογισμός 'Autopseusten' στο κείμενο]".  


** Die Bestandteile der hybriden Wörter bestehen aus mindestens zwei verschiedenen Sprachen.
Οι υβριδικές λέξεις σχηματίζονται από στοιχεία δύο τουλάχιστον διαφορετικών γλωσσών.

Thursday 30 August 2018

Kurze Sommerpause inmitten von Herbstfarben / Σύντομο καλοκαιρινό διάλειμμα εν μέσω χρωμάτων φθινοπώρου




      

Vor ca. 20 Jahren. Zwei Frauen schwimmen. Algenteppiche, Luftblasen. Die eine genervt, die andere genießt das Schwimmen und lächelt dabei:
J.: Du, Mama, wie kannst du nur lächeln? Es ist ekelig. 
E.: Stell dir vor, du würdest mitten unter Seerosen schwimmen.

Πριν περίπου 20 χρόνια. Δύο γυναίκες κολυμπούν. Φύκια, φουσκάλες. Η μία εκνευρισμένη, η άλλη απολαμβάνει το κολύμπι χαμογελώντας:
Γ.: Μωρέ μαμά, πώς μπορείς και χαμογελάς; Σκέτη αηδία είναι.
Η.: Πες ότι κολυμπάς ανάμεσα σε νούφαρα.  

Monday 20 August 2018

Autobiographie vs Roman / Αυτοβιογραφία vs μυθιστόρημα

Am Beispiel des Roman eines Schicksallosen von Imre Kertész kann man sehr gut begreifen, warum im 19. Jahrhundert Fiktion als Wirklichkeit galt. Auch wenn damals die heutige historische Erfahrung fehlte. Sagen wir, heutzutage auf einer anderen Ebene, derjenigen des Individuums nach der Moderne. 
Eine getilgte Subjektivität, die Annahme der Schicksallosigkeit und  die äußere Determiniertheit können unmöglich in der Autobiographie zum Ausdruck kommen, wo die retrospektive Erzählung die Zeit als unabdingbare Komponente braucht. Eine Autobiographie ohne Reflexion -muß nicht unbedingt Thematisierung des Erlebnisses sein-, d.h. ohne Modellierung der gegebenen Welt durch die Erfahrung (der Zeit), ist keine Autobiographie. Der Mensch als seine Situation, als die Situation im "Gegebenen", die "Imperativform des Tatsächlichen" (s. J. P. Reemtsma), die Welt bzw. der Weltblick ohne Zeit kann Gegenstand einer Ich-Erzählung sein, die allerdings sich selbst nicht beobachtet, weil kein Ich mehr da. Im extremen Falle vom Roman eines Schicksallosen hat sich bewahrheitet, wie überzeugend, also wahrhaft Fiktion sein kann.

Έχοντας για παράδειγμα Το μυθιστόρημα ενός ανθρώπου δίχως πεπρωμένο του Ίμρε Κέρτες μπορεί κανείς πολύ καλά να καταλάβει, γιατί τον 19ο αιώνα το μυθιστόρημα είχε ισχύ αλήθειας. Ακόμη και αν η ιστορική εμπειρία που διαθέτουμε σήμερα, έλειπε τότε. Ας πούμε, σε κάποιο άλλο επίπεδο, στο τωρινό, σε αυτό του ατόμου μετά την εποχή του μοντερνισμού.
Η εξάλειψη της υποκειμενικότητας, η αποδοχή της ανυπαρξίας πεπρωμένου και ο προσδιορισμός του ατόμου από τις εξωτερικές συνθήκες είναι αδύνατο να εξιστορηθούν μέσα στην αυτοβιογραφία όπου ο χρόνος είναι απαραίτητη συνισταμένη της αφήγησης. Αυτοβιογραφία χωρίς στοχασμό -δεν σημαίνει αυτό πάντα ρητή θεματοποίηση του βιώματος-, δηλαδή χωρίς τη διαμεσολαβητική τροποποίηση των συμβάντων μέσω της εμπειρίας (του χρόνου), δεν είναι αυτοβιογραφία. Ο άνθρωπος ως η κατάστασή του, ως η κατάσταση "στη δεδομένη περίσταση", εδώ και τώρα, η "προστακτική μορφή του πραγματικού" (βλ. J. P. Reemtsma), ο κόσμος / η ματιά στον κόσμο χωρίς τον παράγοντα χρόνο μπορεί να είναι αντικείμενο πρωτοπρόσωπης αφήγησης, η οποία όμως δεν παρατηρεί τον εαυτό της, ελλείψει Εαυτού. Στην ακραία περίπτωση της αφήγησης Το μυθιστόρημα ενός ανθρώπου δίχως πεπρωμένο επαληθεύτηκε το πόσο πειστική, συνεπώς αληθινή μπορεί να είναι η μυθοπλασία. 

P.S.Natürlich gibt es eine Holokaust-Autobiographie als retrospektive Erzählung, aber im oben genannten (autobiographischen) Roman handelt es sich um etwas anderes, um eine Erzählung ohne Zeit.
Υ.Γ.Φυσικά και υπάρχει αυτοβιογραφία του Ολοκαυτώματος ως αναδρομική αυθιστόρηση. Όμως στο προαναφερθέν (αυτοβιογραφικό) μυθιστόρημα πρόκειται για κάτι άλλο, για αφήγηση χωρίς τον παράγοντα χρόνο.

Thursday 19 July 2018

Eile mit Weile / Σπεύδε βραδέως

Zufälle: die Einführungen in den Fragenkomplex "Autobiographie bzw. Autobiographisches" vor dem und im 19. Jahrhundert, die ich nicht geschrieben hatte, dienten als die geeignetsten Mittel dazu, die Theorie in Frage zu stellen, sie an ihrem Falsifizierungspotential zu überprüfen, da unter anderem alte Texte gründlich gelesen.
Derzeit keine Zeit (sic), große Eile, obwohl letztendlich nicht abgeschlossen. Kein Schlußstrich* wird gezogen, wenn nicht vorher die gesamte Bibliographie noch einmal überprüft und aktualisiert.


Ludwig von Diesbach (s. Texte/βλ. κείμενα), hier in der Nähe geboren/γεννήθηκε εδώ στα πέριξ 


Συμπτώσεις: οι εισαγωγές στο ζήτημα "Αυτοβιογραφία ή/και Αυτοβιογραφικός λόγος" πριν, καθώς και τον 19ο αιώνα που δεν είχα ακόμα γράψει, χρησίμευσαν ως τα καλύτερα μέσα για την επανεξέταση της θεωρίας, για τον έλεγχό της σχετικά με τη δυναμική διαψευσιμότητάς της, διότι εκτενέστερη ανάγνωση παλαιότερων κειμένων. Τώρα δεν έχω ώρα (sic), μεγάλη βιασύνη, αν και τελικά δεν θα κλείσει. Κανένα τέλος* πριν ελεγχθεί όλη η βιβλιογραφία και συμπληρωθεί με τις νεότερες μονογραφίες.

*Gemeint ist das Schreiben. Autobiographie wird lange noch aktuell sein.
*Το γράψιμο, εννοείται. Η αυτοβιογραφία επίκαιρη για πολύν καιρό ακόμη.   

Thursday 17 May 2018

Συμπληρώσεις / Ergänzungen

Δεν έχω κανένα "λόγο" να καθυστερώ την ολοκλήρωση αυτού του βιβλίου επεκτείνοντας τα εισαγωγικά ιστορικά κεφάλαια και συμπληρώνοντάς τα με πληροφορίες από την υπάρχουσα βιβλιογραφία περί αυτοβιογραφίας της "ανατολικής Ευρώπης". Πόσω μάλλον που η ανάλογη έρευνα είναι στις αρχές της για πολλές χώρες και που και αυτή αντιμετωπίζει το δίλημμα του πώς και αν μπορούν να αναλυθούν προσωπικές γραφές που είδαν ή δεν είδαν το φως σε καθεστώτα ολοκληρωτικά, απολύτως παραμορφωτικά, χειραγωγικά της δημόσιας έκφρασης γενικά. Αναγνώσεις ημερών, εβδομάδων για λίγες σελίδες; Όμως η Ναντιέζντα Μαντελστάμ μου κάθεται στον λαιμό. Λίγο-λίγο διαβάζω την πρώτη της αυτοβιογραφία. Και δεν αντέχω να τη διαβάσω με τη μία, και δεν μπορώ να την αποχωρισθώ. Και επιπλέον ανακάλυψα το άρθρο για τις σταλινικές επιβιώσεις στην Ελλάδα, μιαν άτυπη λογοκρισία,* για το πόσο άργησαν να μεταφρασθούν σπουδαία έργα διαφωνούντων, και μέχρι σήμερα πενιχρές οι εκδόσεις, όσες υπάρχουν, βιβλία ή σε περιοδικά, οφείλονται στην επιμονή ενός δύο ανθρώπων. Και έπεσα σε τέτοιο λίβελλο που με βολές κατά του προσώπου της συγγραφέως ("επαγγελματίας χήρα") επιχειρεί να αναιρέσει τη συνολική εικόνα της στρατοπεδικής διαστροφής. Και επειδή τελικά πολλοί διαφωνούντες επέλεξαν με τεράστιο προσωπικό κόστος συνειδητά την καντιανή ηθική αυτονομία από το μοντέλο του ličnost’, του εκπαιδεύσιμου "δημιουργικού" υποκειμένου στην υπηρεσία ενός "συλλογικού" στόχου, και μόνο γι' αυτό παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον η αυτοαναπαράστασή τους.

Eine Erweiterung der historischen Einführungskapiteln mit Zusatzinformationen über die "osteuropäische Autobiographie" würde das ganze Unterfangen zeitlich sicher nicht verkürzen. Abgesehen davon, daß die Autobiographie-Forschung in den meisten osteuropäischen Ländern in dem Anfangsstadium ist und -sie auch- mit der Frage konfrontiert ist, ob und wie life writings erforscht werden können, die das Tageslicht in totalitären Regimes erblickten oder auch gar nicht erblickten, welche den öffentlichen Diskurs manipulierten und deformierten. Sekundärliteratur mehrere Tage oder sogar Wochen lesen, nur wegen weniger Seiten? Dennoch steckt mir Nadeschda Mandelstam im Hals (griechische Redewendung). Einerseits verkrafte ich es nicht, ihre erstgeschriebene Autobiographie in einem Zug zu lesen, andererseits kann ich mich vom Buch nicht trennen. Zusätzlich fand ich den Artikel über die stalinistischen Überbleibsel in der Form einer informellen Zensur** in Griechenland der letzten Jahrzehnte, ich stellte fest, daß bedeutende Werke von Dissidenten mit großem Zeitverzug erschienen und daß die noch immer dürftige Zahl der herausgegebenen Bücher auf den Eifer von ein zwei Leuten zurückzuführen ist. Ich stieß auch auf ein Libell (Rezension), in dem durch Schmähungen gegen die Autorin ("professionelle Witwe") das gesamte Bild der Gulag-Perversion unscharf wird. Und weil sich schließlich viele Dissidenten bewußt und mit immensen persönlichen Verlusten die kantische Autonomie der Moral zu eigen machten und das Konzept des ličnost’ als eines durch sozial-pädagogische Erziehung kreativ geformten Individuums, das bei den "kollektiv" gesetzten Zielen mitwirkt, verwarfen, auch nur aus diesem einen Grund verdient ihre Selbstdarstellung besondere Aufmerksamkeit.

*Και αντιστρόφως, μέχρι και βιβλία σχολικής ιστορίας μπορεί να εκτινάξει από το σχολικό πρόγραμμα η "κοινή γνώμη" όταν δεν ανταποκρίνονται στα συντηρητικά εθνικιστικά της ιδεώδη.
**Umgekehrt kann der Druck der Straße bzw. der öffentlichen Meinung sogar Geschichtsbücher aus dem Schulplan in Griechenland herauskatapultieren, weil sie den konservativ-nationalistischen "Idealen" nicht adäquat sind.     

Thursday 29 March 2018

"Αυτοβιογραφικά" διλήμματα της σύγχρονης πεζογραφίας / "Autobiographische" Dilemmata der zeitgenössischen Prosa

Το μυθιστόρημα της προηγούμενης ανάρτησης, Loitering with Intent (1981) της Muriel Spark, είναι κατά τη γνώμη μου στο επίπεδο της μετααφηγηματικής προθετικότητας η κυρίαρχη απάντηση του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα στο ζήτημα της σχέσης μυθοπλασίας και (αυτοβιογραφικής) πραγματικότητας: στο φινάλε ο αναγνώστης έχει βάσιμες υποψίες ή και ενδείξεις ότι τα μέλη της Αυτοβιογραφικής Εταιρείας και η όλη πλοκή δεν είναι παρά φιγούρες και υπόθεση του μυθιστορήματος που γράφει η πρωτοπρόσωπη αφηγήτρια (mise en abyme). Χωρίς στοχαστικές θεματοποιήσεις, αντιθέτως δια της χρήσης του στοιχείου της ένδειας (detractio), κλασσικής αφηγηματικής τεχνικής του αστυνομικού μυθιστορήματος, η πρωταρχική πλοκή εξαλείφεται διακριτικά κατά κάποιον τρόπο για να γεννηθεί το μυθιστόρημα (στο μυθιστόρημα). 

Αν θεωρήσουμε ότι η πεζογραφία του 21ου αιώνα αποπειράται να δώσει εν μέρει διαφορετικές απαντήσεις, τότε θα μπορούσαμε αυτό να το ανιχνεύσουμε σε ένα βιβλίο που ο υπότιτλός του το χαρακτηρίζει ως "μυθιστόρημα", κάτι, για το οποίο θα συναινέσουμε αποδεχόμενοι απλώς αυτό το στοιχείο ως προτεινόμενο (προκλητικό) δείκτη πρόσληψης. Πρόκειται για το Η νόσος του Μοντάνο (El mal de Montano, 2002) του Enrique Vila-Matas. Το βιβλίο αντιμετωπίσθηκε με αμφιθυμία από την κριτική: από τη μία ενθουσιώδεις βιβλιοκρισίες που εστιάζουν στην τόλμη και ευφυία της παιγνιώδους αφήγησης, από την άλλη κριτικοί που αμφισβητούν ουσιαστικά την πειστικότητα της αφήγησης και αναρωτιούνται για τις προθέσεις της. Ο ημερολογιογράφος του πρώτου κεφαλαίου μεταμορφώνεται στη συνέχεια στον πρωτοπρόσωπο αφηγητή, ο οποίος διακόπτει την ημερολογιακή αφήγηση πριν "μετατραπεί σε μυθιστόρημα", συνεχίζοντας όμως να αναζητά αφηγηματικές λύσεις για την απειλούμενη λογοτεχνία του παρόντος μέσα στην ημερολογιακή γραφή και συνομιλώντας αενάως με συγγραφείς ή συγγραφείς-ημερολογιογράφους κυρίως περασμένων εποχών. Αποκηρύσσοντας την αυτοαναφορικότητα και την ακατάσχετη ενδοσκοπική και γενικά ψυχολογίζουσα φλυαρία της σύγχρονης αφήγησης, επινοεί ένα οξύμωρο: αποφασίζει στο μυθιστορηματικό του ημερολόγιο να ενσαρκώσει αυτός ο ίδιος τη λογοτεχνία για να τη σώσει από την εξαφάνιση. Και κάπου μέσα στην αφήγηση που παρά την κατά τόπους κωμικότητά της, είναι προφητικά σοβαρή, χαράζεται μια λεπτή γραμμή που ευχετικά επανατοποθετεί τη σύγχρονη λογοτεχνία στην ιστορική διάρκεια όταν γράφει πως θέλει να εξαλειφθεί μέσα σε αυτό το ημερολόγιο σαν ένας άνθρωπος χωρίς ιδιότητες (βλ. Robert Musil). Στο σημείο αυτό, πάντα κατά την άποψή μου, συνδέονται τα δύο προαναφερθέντα βιβλία: η σύγχρονή μας λογοτεχνία ίσως πρέπει να χάσει τον αφηγητή/συγγραφέα για να κερδίσει την αφήγηση. 

Das im letzten Post dargestellte kleine Meisterwerk, Loitering with Intent (1981) von Muriel Spark, vermittelt meiner Ansicht nach auf der Ebene der metanarrativen Intentionalität ein gutes Bild des dominierenden Erzähltrends der Nachkriegszeit in bezug auf das Verhältnis zwischen Fiktion und (autobiographischer) Realität: der Leser hegt zum Erzählschluß ernsten Verdacht oder verfügt sogar über Indikationen, daß sowohl die Mitglieder der Autobiographischen Gesellschaft als auch die gesamte Handlung nichts Anderes sind als Figuren und Erzählkern des von der Ich-Erzählerin zu verfertigenden Romans (mise en abyme). Ohne Selbstreflexion und -thematisierung des Erzählvorgangs, im Gegenteil, durch Detraktion, die traditionelle Erzähltechnik des Kriminalromans, verschwindet die ursprüngliche Handlung diskret, damit der Roman (im Roman) geboren wird.  
 
Wenn wir davon ausgehen, daß sich die Prosa des 21. Jhs teilweise um andere Erzählkonzepte bemüht, dann könnten wir dieser Hypothese mit Hilfe eines Buches auf die Spur gehen, dessen Untertitel es als "Roman" definiert, etwas, in das wir einwilligen, indem wir es als rezeptionslenkendes (provokatives) Signal annehmen. Es handelt sich um die Risiken & Nebenwirkungen (El mal de Montano, 2002) von Enrique Vila-Matas. Die Kritik nahm eine ambivalente Haltung gegenüber dem Buch ein: einerseits enthusiastische Rezensionen, welche auf die Waghalsigkeit und Intelligenz der verspielten Erzählung fokussierten, andererseits Kritiker, welche die Überzeugungskraft der Erzählung in Frage stellten und sich über deren Intentionen wunderten. Der Tagebuchschreiber des ersten Kapitels wird später zum Ich-Erzähler, der die Erzählung unterbricht, bevor sie sich "in einen Roman verwandelt"; er sucht trotzdem weiter nach narrativen Lösungen für die bedrohte Gegenwartsliteratur im diaristischen Schreiben, indem er sich in unendliche Gespräche mit alten Autoren oder Autoren/Diaristen einläßt. Ich-Bezogenheit und endloses introspektives Geschwätz der zeitgenössischen Literatur lehnt er ab und diesen setzt er ein Oxymoron entgegen: er beschließt, in seinem fiktiven Tagebuch die Literatur zu verkörpern, um sie vor ihrer Auslöschung zu bewahren. Und an irgendeiner Stelle der Erzählung, die trotz ihrer komödiantischen Züge, durch eine prophetische Ernsthaftigkeit gekennzeichnet ist, wird eine feine Linie gezogen, die dem Roman seine historischen Verbindungen wiederherstellt, wenn der Ich-Erzähler behauptet, in diesem Tagebuch verschwinden zu wollen wie ein Mann ohne Eigenschaften (s. Robert Musil). An diesem Punkt, immer meiner Ansicht nach, begegnen sich beide oben erwähnte Bücher: die zeitgenössische Literatur müsste den Erzähler/Autor verschwinden lassen, damit die Erzählung wieder profitieren kann. 

Wednesday 7 February 2018

Παρένθεση

Loitering with Intent (1981) της Dame Muriel Spark: τιμή και δόξα στους πεζογράφους που με τόσο λιτά μέσα κατορθώνουν να σχολιάσουν ζητήματα όπως τις εμπλοκές μυθοπλασίας και πραγματικότητας μέσα από την πλοκή και μόνο, χωρίς στοχαστική θεματοποίηση. Και τα life writings παίζουν εδώ. Όσο για την καυστική ειρωνεία του κειμένου και το γέλιο (του αναγνώστη), είναι βρετανικά κατά συγκινητικό τρόπο. 

Tuesday 6 February 2018

Leerformeln und Kontradiktionen / Κενολογία και λογικές αντιφάσεις

Zum leeren Gehalt->das ist eine Autobiographie oder das ist keine Autobiographie. Der Satz ist logisch wahr, aber er informiert nicht über die Realität, er ist nicht widerlegbar formuliert. Je größer der Spielraum einer Aussage, desto geringer ihr Gehalt.

Zum totalen Gehalt-> das ist eine Autobiographie und das ist keine Autobiographie. Leerer Spielraum, die Klasse möglicher kompatibler Aussagen ist leer, informiert nicht über die Realität.
 

Για το κενό περιεχόμενο-> αυτό είναι αυτοβιογραφία ή δεν είναι αυτοβιογραφία. Η πρόταση είναι λογικά αληθής, αλλά δεν μας πληροφορεί για την πραγματικότητα, δεν είναι διατυπωμένη έτσι ώστε να μπορεί να διαψευσθεί. Όσο μεγαλύτερο το πεδίο των συμβατών προτάσεων, τόσο λιγότερο το περιεχόμενο.

Για το ολικό περιεχόμενο-> αυτό είναι αυτοβιογραφία και δεν είναι αυτοβιογραφία. Κενό το πεδίο, η τάξη των πιθανών συμβατών προτάσεων, δεν μας πληροφορεί για την πραγματικότητα.

Sunday 4 February 2018

Selbstkanonisierung / Αυτοπροσδιορισμός των κειμένων και ένταξη στον κανόνα

Für die allerletzten Texte dieses Projekts mußten Entscheidungen getroffen, die Theorie "mobilisiert" und überdacht werden. Handelt es sich um Autobiographien? Ein komischer Zufall, gerade jetzt kurz vor der Abfassung der Einleitung. Die Texte sind gar nicht so neu, älter als zwei Jahrzehnte. 

Die Selbstkanonisierung der Texte steht manchmal in einem umgekehrt proportionalen Verhältnis zur Theorie: je diffuser das Textbild, desto strammer muß sich das theoretische Konzept formieren, damit es der Fragestellung adäquat wird. Gerade dann wird man wieder und wieder daran erinnert, daß man durch die Wahl von Theorie und Methode Stellung im wissenschaftlichen Diskurs bezogen hat und das keine Schande ist, sondern Notwendigkeit. Hauptsache, kein leerer Gehalt (Tautologien), kein totaler Gehalt (Kontradiktionen).

Για τα τελευταία κείμενα αυτής της έρευνας χρειάσθηκε να ληφθούν αποφάσεις, να ενεργοποιηθεί και να επανεξετασθεί η θεωρία. Πρόκειται για αυτοβιογραφίες; Περίεργη σύμπτωση, ακριβώς τώρα, λίγο πριν το εισαγωγικό θεωρητικό κεφάλαιο. Τα κείμενα δεν είναι κάν νέα, είκοσι χρόνων και παραπάνω.

Ο αυτοπροσδιορισμός των κειμένων βρίσκεται μερικές φορές σε σχέση αντιστρόφως ανάλογη με τη θεωρία: όσο πιο θαμπή η εικόνα του κειμένου, τόσο πιο σφικτή πρέπει να εμφανίζεται η θεωρία, για να ανταποκριθεί με επάρκεια στο ερώτημα. Τέτοια φάση ακριβώς μας υπενθυμίζει ξανά και ξανά ότι μέσα από την επιλογή θεωρίας και μεθόδου έχουμε τοποθετηθεί, έχουμε πάρει θέση στον λόγο της έρευνας και της επιστήμης και ότι αυτό δεν είναι αμαρτία αλλά αναγκαιότητα. Η ουσία είναι: όχι προτάσεις κενού περιεχομένου (κενολογία) ή προτάσεις ολικού περιεχομένου (αντιφάσεις).